Wednesday

Ο Δ.Τ. που ήταν Τ.Δ.



Τόσα χρόνια από τότε που έγραψα εδώ μέσα για τελευταία φορά και εκεί που νόμιζα πως είχα ξεμείνει από ιστορίες έκατσα μια μέρα και όπως χαζοδιάβαζα όλα αυτά που έχω γράψει, ξεπήδησε από την αγαπημένη αφήγηση "Audition" ο Τ.Δ., μια θύμηση δυνατή σα γροθιά στη μούρη απευθείας απ' το Μιχαήλ Γεράρδο Τάισον.
Κι έκανα ευθύς αμέσως συμβούλιο με τον εαυτό μου:

- Καλά ρε μαλάκα...κάτσε και γράψτο, θα κάνει σουξέ.
- Ναι ρε πώς δεν το σκέφτηκα.

Ο Τ.Δ. είχε αναφερθεί τότε ως Δ.Τ. δηλαδή με ανεστραμένα τα αρχικά γιατί πρώτον ζούσα ακόμα Ελλάδα και δεύτερον η φτωχομάνα είναι "τασάκι" κανονικό και επειδή ο φόβος φυλάει τα έρμα ήταν κρίμα να δημιουργηθούν έχθρες εντός του "branche" των σκυλάδικων.

Ο Τ.Δ. όπως έγραφα τότε ήταν παλιά καραβάνα. Δόξα των 80ς κυρίως στο τοπικό πρωτάθλημα με κάποιες ίσως εξάρσεις διεθνούς καριέρας προς τα κάτω, αν και κάτι τέτοιο δεν επιβεβαιώνεται με ντοκουμέντα. Aκόμα. Κάποιοι οικογενειακοί φίλοι που έβγαιναν λίγο πιο συχνά προς τα νυχτομάγαζα εκείνα τα χρόνια τον είχαν πολύ ακουστά και επιβεβαίωναν ότι ο τύπος είχε ένα κάποιο ρεύμα στην πόλη.

Στο μαγαζί τον πήραν η Ε. και η Β. που έκαναν κουμάντο στο πρόγραμμα εκείνη την εποχή. Δυο εντελώς ετερόκλητες ερωμένες που τους χώριζαν κοντά είκοσι χρόνια διαφοράς - και ίσως στο μέλλον οι ίδιες τους αποδειχτούν μια ξεχωριστή ιστορία σκυλάδικου. Η ίδιες πρώτα με μια κίνηση ματ φρόντισαν να στείλουν από κει που ήρθε το μοναδικό λαϊκό τραγουδιστή που διέθετε το κατάστημα χωρίς να βρουν αντικαταστάτη. Εγώ τότε με το ανώριμο μυαλουδάκι μου το έριξα στη βλακεία που τους έδερνε αλύπητα αλλά και στην αταλαντοσύνη του τύπου γιατί όντως "δεν τα λεγε" τα άσματα. Τώρα που το σκέφτομαι πιο ώριμα πιστεύω πως ο τραγουδιαράκος που ήταν πέφτουλας πολύ πιο επαγγελματίας απ' ότι αοιδός μάλλον έκανε κίνηση για τη μικρή την.Ε. πού τότε ήταν κοντά στα 28 και τρώγονταν κάπως και σίγουρα η Β. που πάνω κάτω "έγλειφε" τα πενήντα κι έμοιαζε σα σταφίδα ξεχασμένη μια βδομάδα στην κωλοτσέπη  με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε ανασφάλεια και τα ρέστα, έκανε αυτό που ήξερε να κάνει πιο καλά απ' όλα: Στεγνή δολιοφθορά!

Έμεινε λοιπόν έμεινε χωρίς λαϊκό τραγουδιστή η επιχείρηση. Επιχείρηση που ο θεός να την κάνει, αφού μετά μερικούς μήνες αφότου τα παράτησα μιας κι είχα να παίρνω μεροκάματα από τρία ΣΚ γραμμένα στ' αγελαδοκούρεμα, έμαθα ότι κάποιοι που είχαν παραπάνω από μένα να παίρνουν έκαναν ντου ένα Σάββατο βράδυ που το μαγαζί ήταν γεμάτο και άρχισαν να βουτάν ό,τι υπήρχε στα ταμεία. 
Τον Τ.Δ. τον βρήκε ο Δ1 με μια εντυπωσιακή προσπάθεια μετά από δυο μέρες κι εκεί που ήμασταν έτοιμοι να μην ανοίξουμε το ερχόμενο σαββατοκύριακο. Μεταγραφή βόμβα εν τω μέσω της σεζόν. Ήταν κι αυτός κοντά στα πενήντα αλλά οι απεγνωσμένες προσπάθειές του να ρίξει το κοντέρ της ηλικίας με το να φοράει T-shirts σκισμένα τζιν και σταράκια όταν ντύνονταν κάζουαλ του 'κοβαν κάτι λίγα χρόνια. Πρώτη πρόβα έσκασε με την μωβ λιλά κάμπριο "μπέμπα" του (ξέρω τελείως κλισέ η κάμπριο μπέμπα αλλά δεν είναι "σάλτσα" τ' ορκίζομαι, έτσι είναι στο κάτω κάτω η ζωή, τίγκα στα κλισέ), σίγουρα μοντέλο κοντά δεκαετίας που μαρτυρούσε είτε παλιότερες δόξες είτε φεσωμένους μέχρι τον αστράγαλο μεταπωλητές αυτοκινήτων, παρόλα αυτά σίγουρα ζηλευτή από ορισμένα καγκάρια που κάναν πιάτσα στη γειτονιά. Την πάρκαρε στραβά ακριβώς μπροστά στη μεγάλη είσοδο του κτιριακού συγκροτήματος εκεί που κανονικά δε σ' αφήνουν αλλά ο Τ.Δ. ως μεταγραφή αεροδρομίου και πρώτο όνομα στη μαρκίζα (μαρκίζα που φυσικά δεν είχαμε) έδειξε από νωρίς τα δόντια του στους πορτιέρηδες. Κι εκείνοι λάκισαν με μιας.
Ήρθε στο μπαρ, εκεί που καθόμουν μαζί με το μαέστρο το συγχωρεμένο Γ. ο οποίος ήταν όντως εξαιρετικός κιθαρίστας και μεγάλος γνώστης και δάσκαλος της τζαζ αλλά και άλλων σοβαρών στυλ μουσικής που η ανάγκη όπως και πολλούς άλλους τον ανάγκασε να τρώει τα συκώτια του τα βράδια στις πίστες. Τον Τ.Δ. τον ήξερε καλά από άλλα παλιότερα πάλκα και όταν άκουσε ότι θα έμπαινε στο σχήμα πήρε τέτοια χαρά που δεν τον είδαμε να χαμογελάει για μέρες, παρόλο που ήταν χιουμορίστας μεγάλος και είχε υπομονή παροιμιώδη. Ωστόσο και παρότι ήξερε εδώ και μέρες τα χαρμόσυνα μαντάτα, όταν ο Τ.Δ. μπήκε μέσα και ο Γ. τον είδε του έφυγε άθελα ένας αναστεναγμός που θα τον αισθανόταν ακόμα κι ένας κουφός στην άλλη άκρη της αίθουσας. Ο Τ.Δ. το 'πιασε αλλά δεν αντέδρασε. Περίμενε με στρατηγική την κατάλληλη στιγμή να ανταποδώσει αυτό που του Γ. βγήκε πηγαία μέσα απ' την ψυχούλα του και τη βρήκε εκεί που ξεφύλλιζαν τις παρτιτούρες κι έπεσε το μάτι του σε κάτι ελαφρολαϊκά τύπου Μακεδόνας. Και ψέκασε το δηλητήριό του: "Καλή η ποιότητα μαέστρο, αλλά δε γεμίζει το στομάχι". Μια τέτοια υπενθύμιση στο μαέστρο Γ. ήταν αρκετή να τον κάνει να κοιτάει σαν άγαλμα τα Bombay Sapphire  στο μπαρ για κάνα πεντάλεπτο. Τις υπόλοιπες συνέπειες στα ενδότερα του ευαίσθητου μαέστρου μας δε θα μάθουμε ποτέ. Γιατί σίγουρα υπήρξαν.

Κάναμε και κάτι μήτινγκ εκεί πέρα γιατί το μαγαζί δεν τραβούσε - ιδίως τις πέμπτες ήταν λες και κάναμε πρόβα, ένα βράδυ έσκασε φάντης μπαστούνι η Ζωή Λάσκαρη με μια μικρή παρέα και η διοίκηση για να μη βγουν εντελώς κάρτα έκλεισε εσπευσμένα το Καφέ Μπαρ που ήταν σε άλλο σπιτάκι λίγο πιο κάτω και έκατσε με το ζόρι όλο το προσωπικό στα διπλανά τραπέζια αναγκασμένο να κάνει πως διασκεσάζει ανοίγωντας μπουκάλια και να πετώντας λουλούδια, μην τυχόν και νομίσει το πάλαι ποτέ Crazy Girl ότι στη Σαλονίκη βαράμε μύγες.
Στα μήτινγκ ο Τ.Δ. ήταν καταιγιστικός και συνέβαλε καθοριστικά. Σαν προπονητής που ήρθε να σώσει μια κατά τα άλλα ήδη καταδικασμένη πραγματικότητα προσπαθούσε με τις μαλακίες που έλεγε να ανυψώσει το καταρρακωμένο ηθικό - όχι γιατί μας ένοιαζε που παίζαμε για δέκα άτομα όσο για το ότι αυτό μεταφραζόταν αμέσως αμέσως σε απληρωσιά και μπατιριλίκι. Μέσα σ' όλα όσα είπε ήταν: "...έχουμε κι έναν καταπληκτικό ντράμμερ με νέυρο και γκρουβ...", κι αυτό το κομπλιμέντο θα το κουβαλάω μαζί μου όσο ζω. Μια από τις ιδέες του που σίγουρα ήταν κονσέρβα από άλλο μαγαζί και μετά από πολύ μπίρι μπίρι και σκεπτικισμό υλοποιήθηκε, ήταν να ανοίγουμε το λαϊκό πρόγραμμά του, δηλαδή την πρώτη εμφάνιση που θα κάνει τη βραδιά με το Ederlezi του Bregovic απ' την ταινία "Ο καιρός των τσιγγάνων". Δεν ήξερε ούτε καν πώς το λένε, μόνο το τραγούδησε στο μικρόφωνο και μας περιέγραψε κι όλη την ατμόσφαιρα και τα φουσκωμένα φτιασίδια που ήθελε κι όλοι μείναμε παγωτά. Η Ε. όμως ήταν κάθετη: "Θα κάνετε ό,τι λέει, το μαγαζί πρέπει να πουλήσει". Και έτσι το κάναμε.

Πρώτη βραδιά λοιπόν με τον Τ.Δ. στην αιχμή του καλλιτεχνικού δόρατός μας και όλα δείχναν από νωρίς ότι θα επρόκειτο για μέγα φιάσκο. Αυτός ήταν εκεί στην ώρα του και ήθελε ολόδικό του καμαρίνι για να αλλάξει, να ετοιμάσει το ασύρματο in ear monitor του και ίσως και να βαφτεί μια ιδέα. Καμαρίνι όμως δεν υπήρχε κι ούτε προλάβαινε να χτιστεί για χάρη της μεγάλης βεντέτας κι ο Τ.Δ. έφαγε τέτοιο στράβωμα που δεν σου τον ίσιωνε ούτε φαναρτζής. Υπήρχε όμως ένα πολύ πολύ μικρό δωματιάκι, τρίτη πόρτα δεξιά. Οι άλλες δυο ήταν μια αντρική και μια γυναικεία τουαλέτα. Το δωματιάκι εκείνο το χρησιμοποιούσαμε για αποθήκη, αφήναμε μπουφάν, θήκες από όργανα και καμιά κάσα κοκα κόλες για ώρα ανάγκης. Αυτός το καπάτσωσε απ' τις εννιά η ώρα και μέχρι τη μία που ήταν η ώρα να βγει και να αλυχτήσει δεν το κούνησε από κει μέσα ούτε για κατούρημα. Φοβούμενος προφανώς το τι χαμός θα μπορούσε να γίνει αν καμιά φανατική θαυμάστρια τον τράκαιρνε στο διάδρομο εκεί που θα πήγαινε να αμολήσει τα τσίσα της.

Μία παρά και το ποπ ροκ πρόγραμμα έχει τραβήξει προς το τέλος. Σύντομα είναι η ώρα του Τ.Δ. να βγει και να λάμψει για πάντα. Φώτα χαμηλώνουν. Η ορχήστρα σιωπά. Το κουβεντολόι από τρεις παρέες που έχουν κάτσει στα πιο άκυρα δυνατά σημεία που θα μπορούσαν ακούγονται πεντακάθαρα.  Η ηρεμία πριν τον τυφώνα Τ.Δ.. Μπαίνει χαλί από πλήκτρο κι αυξάνει. Λίγο φούσκωμα από μπάσο κι ύστερα πιατίνια με μαλέττες. Κυρίως θέμα απο Ederlezi. Θεέ των Βαλκανίων πού είσαι να δεις τι συντελείται εδώ!
Μια δυο ακόμα επαναλήψεις του ίδιου θέματος και κρεσέντο. Γερό φούσκωμα που παραμένει ακόνητο. Ανατριχίλα. Φύγαμε! Τέσσερα γερά χτυπήματα στο μισάνοιχτο hihat και πέρασμα στα βαθιά τομς με άγριο ανελέητο τέρμα γυφταίικο τσιφτετέλι. Μερικά μέτρα ρυθμό και ήδη μέσα από το καμαρίνι-αποθήκη και δια του ασυρμάτου μικροφώνου του ακούγεται το πρώτο κουπλέ από την παλιά μεγάλη επιτυχία του Μιχάλη Μενιδιάτη "Όλα τα σφάλματά σου". Ο Τ.Δ. κυριολεκτικά τρέχει και ορμάει πάνω στην πίστα. Εμείς που δεν τον έχουμε ξαναδεί ντυμένο έτσι τα χάνουμε. Φοράει κάτι που πρέπει να είναι σετ, μοιάζει με λευκή-κρεμ στολή ταυρομάχου, στενό παντελόνι σαν κολάν, πανοφώρι μεσάτο και μικρό σα βαφτιστικό με ένα σκασμό ξόμπλια πάνω, όπως κάτι σεμεδάκια που είχαν οι γιαγιές παλιά και που τα λέγανε χρυσοποίκιλτα. Από πίσω του κρέμεται ο ασύρματος εξοπλισμός του που έφαγε στον ηχολήπτη 2 ώρες να στήσει για ένα χώρο το πολύ 150 ατόμων. Αυτή η υπερπαραγωγή, ο υπεράνω όλων των δυσκολιών επαγγελματίας τραγουδάει με κλειστά τα μάτια και πάθος. Δεν έχει δει αν έχει κόσμο από κάτω. Με έχει πλάτη αλλά είναι σα να τον βλέπω. Λέει σχεδόν όλο το κουπλέ έτσι κι εκεί που πάει να μπει στο ρεφραίν, ακρίβώς στη φράση "...όλα τα λάθη που 'χεις κάνει, με μια γλυκιά ματιά σου φτάνει..." ρίχνει κι αυτός τη δικιά του ματιά στον κόσμο. Αυτό που βλέπει του κόβει την ανάσα. Χάνει προς στιγμή ένα στίχο, κάνει ένα μικρό σαρδάμ, σα να μου φάνηκε ότι ψιλοσκοντάφτει κιόλας αλλά λίγο πιο ξανασυναντιέται με τη δομή του τραγουδιού και βρίσκει την τροχιά του. Η προδοσία όλων όσων θα τον στήριζαν στην πρεμιέρα του καίει τις αρτηρίες. Μόνο μισή παρέα δικιά του. Οι άλλες δυόμιση άσχετες. Θέλει να πεθάνει αλλά ο καθαρόαιμος βεντετίσιος εγωισμός του δεν τον αφήνει. Αλλάζει παιχνίδι με στυγνό επαγγελματισμό για να σκοτώσει η αμηχανία του. Αρχίζει και χορεύει σα τρελός, κάνει πράματα που θα ήθελε να μάθει να κάνει κι ο ίδιος ο Μικ Τζάγκερ. Κάθε τόσο γυρνάει σε μας σα σωστός ηγέτης και προσπαθεί να μας εμψυχώσει λες και μας νοιάζει - εμάς μας ένοιαζε μόνο το ότι θα γυρνούσαμε πάλι σπίτι απλήρωτοι.
Μας κάνει και καλά κάτι αστείες χειρονομίες τύπου πώς κάνεις ρε παιδί τσιμπούκι και πιέζεις με τη γλώσσα το μάγουλο από μέσα. Εγώ κι ο μπασίστας ο Β. έχουμε καταλήξει να κλαίμε με λυγμούς απ' τα γέλια και γιατί παίζουμε κούτρα και γιατί βιώνουμε όλο αυτό κούτρα. Κάθε τόσο ένα χέρι αφήνει το καθήκον και γρήγορα γρήγορα σκουπίζει κι ένα δάκρυ λίγο κάτω απ' το μάτι πριν ξαναγυρίσει στον γκασμά του τσιφτετελιού.

Κάπως έτσι πήγε και το σαββατοκύριακο. Ψόφια πράματα. Κάπου μες στη μέση της επόμενης εβδομάδας μάθαμε ότι ο χρυσοποίκιλτος Τ.Δ. παραιτήθηκε των καθηκόντων του να ηγηθεί του λαϊκού προγράμματος της σεζόν και κατευθύνθηκε γκαζώνοντας τη μπέμπα του προς Γιάννενα μεριά όπου και αμέσως προσελήφθη με τιμές αρχηγού κράτους σε τοπικό μαγαζί καθώς φίρμα από την συμπρωτεύουσα που μας έκανε την τιμή να επιλέξει να εμφανιστεί στην πόλη μας. Το τελευταία που το άκουσα να λέει φεύγοντας βιαστικά κάπου εκεί που ανέτειλε η Κυριακή ήταν: "Το μαγαζί είναι πολύ ποιότητα ρε παιδιά, πού κολλάω εγώ εδώ μέσα...πολύ ποιότητα...". Και χάθηκε καθώς πρόφερε αυτά τα τελευταία λόγια μπερδεμένα ανάμεσα σε ξημερωματιάτικες συζήτησεις άλλων για το αν η μπουγάτσα θα ήταν με κρέμα ή με τυρί. Κι αυτός ήταν ο Τ.Δ. καλή του ώρα!

Φιλιά
Ναχαμές